ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΗΠΙΝΑΣ (1212 μ.Χ.)
Η τοποθεσία
H Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κηπίνας βρίσκεται περίπου 55 χλμ. ΝΑ της πόλεως των Ιωαννίνων, λίγο μετά το χωριό Κηπίνα ή Μυστράς. Είναι χτισμένη περίπου 40 μέτρα ψηλότερα από τον σύγχρονο δρόμο, σε κοίλωμα απόκρημνου βράχου, πάνω από το φαράγγι του Καλαρρύτικου ποταμού. Η τοποθεσία που επιλέχτηκε για την ανέγερση της Μονής προκαλεί δέος, αφού τα κτίσματά της είναι λαξευμένα στον βράχο, δίνοντας την εντύπωση ότι αιωρούνται.
Η Μονή της Κηπίνας, θυμίζει αρκετά την ιστορική μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο, σε πολύ μικρότερο όμως μέγεθος και εμφανώς ταπεινότερη αισθητική. Ακόμα και το τοπίο παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με τα πλούσια δάση, τις ψηλές απόκρημνες πλαγιές και τις δύο αυτές «αιωρούμενες» Μονές. Γι' αυτό η Μονή της Κηπίνας χαρακτηρίζεται ως «Σουμελά» της Ηπείρου.
Οδηγώντας τον στενό και γεμάτο στροφές δρόμο που κατεβαίνει από τους Καλαρρύτες στα Τζουμέρκα, περνώντας από πλούσια δάση και απόκρημνες πλαγιές, ο επισκέπτης φτάνει στον βράχο κάτω από τη Μονή.
Από την αρχή του ανηφορικού μονοπατιού ανεβαίνει το λιθόστρωτο καλντερίμι προς την είσοδο της Μονής. Η θέα της απότομης και κατάφυτης χαράδρας που διασχίζει ο ποταμός Καλαρρύτικος μέχρι να ενωθεί με τον Άραχθο, κόβει την ανάσα.
Μετά από λίγα λεπτά σχετικά εύκολης ανάβασης, διακρίνεται η μικρόστενη είσοδος του μοναστηριού μαζί με την βαριά ξύλινη γέφυρα και τις μακριές αλυσίδες που ενώνουν το μοναστήρι με το μονοπάτι.
Ιστορική αναδρομή
H ιερά Μονή Κηπίνας είναι ανδρική Μονή, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Εορτάζει όμως και την Παρασκευή της Διακαινησίμου, εορτή της Ζωοδόχου Πηγής. Το όνομά της το οφείλει πιθανώς στους εύφορους κήπους που καλλιεργούσαν οι μοναχοί κατά μήκος της όχθης του Καλαρρύτικου ποταμού. Το όνομα αυτό πήρε αργότερα και ο γειτονικός οικισμός Αρμπορέσι. Υπάρχει επίσης και η άποψη ότι το τοπωνύμιο Κηπίνα σημαίνει τοπική σπηλιά, υποδεικνύοντας τη θέση του συγκροτήματος.
Εξαιτίας της θέσης και της μορφής της, η Μονή αποτέλεσε ήδη από τον 19ο αιώνα πόλο έλξης, τόσο για εγχώριους ερευνητές, όπως ο Σεραφείμ Ξενόπουλος, ο Ι. Λαμπρίδης, ο Π. Αραβαντινός, όσο και για ξένους περιηγητές, όπως ο Leake και ο Pouqueville. Από αυτούς έχουμε πάρει πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορική της πορεία, τους μύθους και τους θρύλους που σχετίζονται με αυτή.
Σχετικά με την ίδρυση του μοναστηριού, τα ιστορικά στοιχεία είναι ελάχιστα. Σύμφωνα με τον Σεραφείμ Βυζάντιο ή Ξενόπουλο, μητροπολίτη Άρτης, η Μονή ιδρύθηκε το 1212 από τον επίσκοπο Γρηγόριο, όταν δημιουργήθηκε το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Άλλοι ωστόσο, υποστηρίζουν ότι ιδρύθηκε από μοναχούς που διαφώνησαν με τον τοπικό επίσκοπο και ίδρυσαν ένα δικό τους μοναστήρι σε μία απομονωμένη περιοχή. Κατά έναν θρύλο, κάποιοι μοναχοί από το κοντινό μοναστήρι της Βύλιζας είδαν ένα βράδυ μία λάμψη μέσα στο σκοτάδι και ακολουθώντας το μυστήριο φως, έφτασαν στο άνοιγμα του βράχου, όπου αντίκρισαν μία αχειροποίητη εικόνα της Παναγίας. Αμέσως, ξεκίνησαν τη διαδικασία ανέγερσης ασκητηρίου μέσα στον βράχο, αφού θεώρησαν πως επρόκειτο για θαύμα.
Στο διάβα των αιώνων η Μονή ανακαινίστηκε αρκετές φορές. Αν και η πρόσβαση δεν ήταν εύκολη, φαίνεται ότι δέχονταν συχνά επιδρομές ληστών ή και Τούρκων. Έτσι εξηγείται η πρωτότυπη κρεμαστή ξύλινη γέφυρα στην είσοδο. Ως ύστατη ανάγκη προστασίας από τους κλέφτες, οι μοναχοί την έφτιαξαν συνδέοντάς την με έναν μοχλό στο εσωτερικό, ώστε κάθε φορά που έβλεπαν τους ληστές να καταφθάνουν, σήκωναν τον μοχλό και η είσοδος τη Μονής σφραγιζόταν οριστικά, δημιουργώντας ένα κενό τεσσάρων μέτρων. Φτάνοντας οι ληστές στην άκρη του μονοπατιού, έβλεπαν την πόρτα της Μονής ερμητικά κλειστή και έναν απότομο γκρεμό να τους χωρίζει από την πολυπόθητη λεία τους.
Το μοναστήρι γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση κατά τον 18ο αιώνα και μάλιστα οι μοναχοί της διακρίθηκαν για το κοινωνικό τους έργο. Το 1760 ο ηγούμενός της Καλλίνικος, πρόσφερε
χρήματα για την κατασκευή γέφυρας στην τοποθεσία Αρμορισίου, χαρακτηριστικό της ευμάρειας της Μονής.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με παράδοση, ανέπτυξε έντονη πνευματική δράση για την αφύπνιση του γένους και στο εσωτερικό της λειτουργούσε Κρυφό Σχολειό. Έτσι κατάφεραν να διασώσουν τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις παραδόσεις αλλά να κρατήσουν ψηλά το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων. Λέγεται επίσης, ότι η ιερά Μονή, λόγω της ιδιαίτερης θέσης της, χρησιμοποιήθηκε και ως φρούριο για την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Το εσωτερικό της Μονής
Η περίοδος της ακμής της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Κηπίνας πρέπει να τοποθετηθεί από τα τέλη του 17ου αιώνα και εξής, οπότε το συγκρότημα παίρνει τη μορφή με την οποία σώζεται μέχρι σήμερα, ιστορείται το Καθολικό, κατασκευάζεται το τέμπλο και λίγο αργότερα ιστορούνται και οι δεσποτικές εικόνες. Το κύριο συγκρότημα της Μονής περιλαμβάνει στο ισόγειο τον χώρο υποδοχής-καθιστικό, που σήμερα εκεί στεγάζεται η Έκθεση και το Εργαστήρι Αγιογραφίας «Η Σκυτάλη», το μαγειρείο και το Καθολικό με την είσοδο στο σπήλαιο. Επίσης το διαβατικό (διάδρομος με σκαλιά) που οδηγεί στον όροφο με το υπερυψωμένο Αρχονταρίκι και τα τρία κελιά. Στον σύνολό του είναι κτισμένο πάνω σε ένα πλάτωμα στην είσοδο του σπηλαίου.
Το Καθολικό ανήκει στον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής με τρούλο. Αποτελείται από τον Πρόναο, τον Κυρίως Ναό και το Ιερό Βήμα, τα οποία είναι ενσωματωμένα στη σπηλιά. Πρόκειται για έναν συνηθισμένο αρχιτεκτονικό τύπο, τόσο κατά τη βυζαντινή, όσο και κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο. Το ανατολικό τμήμα του, όπως και ο θόλος, έχουν λαξευτεί στο φυσικό πέτρωμα.
Πάνω στον σμιλευμένο βράχο σώζονται σπάνιες τοιχογραφίες υψηλής αισθητικής με αρκετά προσεγμένες λεπτομέρειες. Διακρίνονται για το
ενδιαφέρον εικονογραφικό πρόγραμμα με τις ωραίες παραστάσεις και τους ποικίλους χρωματισμούς, σύμφωνα με το εικονογραφικό πρόγραμμα της εποχής και την τεχνοτροπία της σχολής της βορειοδυτικής Ελλάδας. Οι τοιχογραφίες έχουν συντηρηθεί τα τελευταία χρόνια με ενέργειες της Ιεράς Μονής. Χωρίζονται σε 3 ζώνες και απεικονίζουν αντίστοιχα ολόσωμες μορφές Αγίων στο κάτω μέρος, στηθάρια με άλλους Αγίους στη μεσαία ζώνη και σκηνές από το Ευαγγέλιο στην πάνω. Στον τρούλο απεικονίζεται ο Χριστός Παντοκράτορας.
Το αρχικό τέμπλο του Καθολικού, μαζί με σπάνιες εικόνες και κειμήλια μεγάλης αξίας εκλάπησαν το 1997, με μυστηριώδη τρόπο, και δεν βρέθηκαν ποτέ. Ήταν ξυλόγλυπτο, επιχρυσωμένο και χρονολογούνταν στα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αι. Το κοσμούσαν οι δεσποτικές εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, του Προδρόμου, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, καθώς και 15 μικρές εικόνες από το Δωδεκάορτο. Στα βημόθυρα της Ωραίας Πύλης εικονιζόταν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος, ο Νικόλαος Μύρων και οι προφητάνακτες Δαυίδ και Σολομών. Πίσω από τα βημόθυρα της Ωραίας Πύλης, υπήρχε μια μεγάλη συρόμενη εικόνα του Χριστού που κάλυπτε έτσι εντελώς τη θέα προς το Ιερό.
Το σημερινό υπάρχον τέμπλο φιλοτεχνήθηκε μετά την κλοπή του παλαιού και προσομοιάζει με το παλιό.
Το Ιερό και ο χώρος που βρίσκεται η Αγία Τράπεζα είναι και αυτά διαμορφωμένα μέσα στον βράχο με τοιχογραφίες οι οποίες δεν έχουν συντηρηθεί ακόμη. Στην κόγχη του Ιερού, η Θεοτόκος Πλατυτέρα ένθρονος και στην κόγχη της Προθέσεως, ο Επιτάφιος Θρήνος.
Νότια και δυτικά του Καθολικού, εκτείνονται οι υπόλοιποι χώροι του συγκροτήματος, δηλαδή η Έκθεση (παλιός χώρος υποδοχής) και το μαγειρείο. Στον χώρο του μαγειρείου εντοπίστηκε άνοιγμα, καλυμμένο από ερμάριο, το οποίο οδηγεί σε διαμορφωμένη στον φυσικό βράχο κρύπτη. Ανοίγοντας κανείς τα δύο φύλλα του, φαίνεται το εσωτερικό του ντουλαπιού με τα ράφια του. Αν όμως κάποιος τραβήξει την ξύλινη πλάτη του, αυτή περιστρέφεται και μας αποκαλύπτει την κρύπτη, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο για τους μοναχούς και τους κατοίκους της περιοχής, Ανεβαίνοντας στον όροφο από το διαβατικό, τα τρία κελιά των μοναχών και το υπερυψωμένο Αρχονταρίκι προσφέρουν μοναδική θέα προς τον οικισμό και το ποτάμι. Τα κελιά του μοναστηριού, διαμορφωμένα με διάφορες ξύλινες επεκτάσεις στον κατακόρυφο βράχο, δημιουργούν ένα ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα απόλυτα εναρμονισμένο στο άγριο τοπίο της περιοχής. Στο καθένα από τα κελιά υπήρχε τζάκι.
Η Μονή λειτουργεί περισσότερο σαν αξιοθέατο, αφού κανένας μοναχός δεν διαβιεί εκεί πλέον. Η δαιδαλώδης διαρρύθμιση του χώρου με τα δωματιάκια που λούζονται στο φως από τα μικρά ξύλινα παράθυρα, δημιούργεί μία αίσθηση ηρεμίας. Η διακόσμηση είναι ασκητική και λιτή και συνδυάζει αρμονικά το ξύλο και την πέτρα.
Το σπήλαιο
Από τον Πρόναο του Καθολικού μπαίνουμε στον προθάλαμο του σπηλαίου με τους σταλαγμίτες και σταλακτίτες, που φθάνει σε μήκος 240 μέτρων. Για είκοσι περίπου μέτρα στην αρχή, ο επισκέπτης προχωρεί σκύβοντας. Το σπήλαιο εξερευνήθηκε το 1956 από τη σπηλαιολόγο Άννα Πετροχείλου της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας. Αποτελείται από μια κεντρική σπηλιά ή γαλαρία, πλαισιωμένη από παράλληλους διαδρόμους και στενώματα, για να καταλήξει σε μία χαμηλή αίθουσα και περαιτέρω σε ένα στενό πέρασμα.
Πρόκειται για έναν κλασικό τύπο σπηλαίου. Αρχικά, διαμορφώθηκε ως κοίτη υπόγειου ποταμού, η οποία μεταφέρθηκε σταδιακά σε χαμηλότερο επίπεδο λόγων των σεισμών. Γι' αυτό και στους πρόποδες του βράχου, όπου βρίσκεται το μοναστήρι, βγαίνει άφθονο νερό. Σήμερα είναι μερικώς επισκέψιμο, ενώ σε ένα σημαντικό τμήμα του φωτίζεται για να διευκολύνεται επιπλέον ο επισκέπτης.
Χειροποίητες αγιογραφίες «Η Σκυτάλη»
Το τελευταίο διάστημα, στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κηπίνας στεγάζεται και λειτουργεί ένα σύγχρονο καταφύγιο βιοποριστικής επιβίωσης νέων ανθρώπων από τη φτώχεια και την ανέχεια. Πρόκειται για μία ομάδα τουλάχιστον 25 ανθρώπων από όλη την Ελλάδα, εικαστικών και φοιτητών της σχολής Καλών Τεχνών Ιωαννίνων, που δημιουργήθηκε με σκοπό να προσφέρει σε όλον τον κόσμο τη δυνατότητα, ανεξαρτήτου οικονομικής επιφάνειας, να αποκτήσει μοναδικές χειροποίητες αγιογραφίες, κειμήλια και ιδιαίτερα έργα πολιτισμού σε πολύ προσιτές τιμές. Όλα τα έργα είναι χειροποίητα, ζωγραφισμένα πάνω σε αθάνατο ξύλο οξιάς, με ποιοτικά χρώματα και πολυτελή επιχρύσωση. Η προσπάθεια αυτή ονομάζεται «Σκυτάλη», από το σχήμα της απεικόνισης των έργων της ομάδας αυτής και συμβολίζει τη σκυτάλη της πίστεως που ευελπιστεί να μεταλαμπαδεύσει
και να κηρύξει την Ορθόδοξη Πίστη χέρι με χέρι στις επόμενες γενιές.
Το θεάρεστο αυτό κοινωνικό έργο πήρε σάρκα και οστά εδώ και 20 χρόνια από τον ιερέα και αγιογράφο Ηλία Χρυσοσπάθη. Ο ίδιος υποστηρίζει πως η μεγαλύτερη ευλογία αυτών των έργων είναι ότι γίνονται με την κατάθεση της ψυχής αυτών των νέων ανθρώπων και την φρεσκάδα της νιότης του, επιδιώκοντας να ξαναχτίσουν μία Ελλάδα όπου τα σύμβολα του υπαρξιακού μας προσανατολισμού, θα είναι πάλι τα ανεξίτηλα πρόσωπα των Αγίων μας! Έτσι λοιπόν ο κόπος και ο στόχος αυτών των παιδιών θα λέγαμε ότι είναι μία δεύτερη «αναστήλωση των εικόνων» μέσα στη ζωή μας από την έκπτωση της τυποποίησης - «τυπολατρίας». Έργα κειμηλιακά που διαχρονίζονται στους παραλήπτες των αιώνων κι όχι απλές άψυχες φωτοτυπίες μίας χρήσης. Έτσι, λοιπόν, η Ι. Μονή Κηπίνας είναι η «εργοδότρια» αυτών των παιδιών, που φιλοξενώντας και αγιάζοντας τα έργα τους στα σπλάχνα της, τα διαθέτει στον χριστιανικό λαό που την επισκέπτεται, προσφέροντας και στον πιο φτωχό τη δυνατότητα να αποκτήσει μία «αληθινή» χριστιανική εικόνα που θα γράψει ιστορία!
Αξιοθέατα της περιοχής
Ι. Μονή Παναγίας Τσούκας
Η Ι. Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Κηπίνας υπάγεται ως Μετόχι στην Ιερά Μονή Παναγίας Τσούκας, αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου και χτισμένη σε υψόμετρο 800 περίπου μέτρων. Η ίδρυσή της τοποθετείται τον 17ο αιώνα και οφείλεται σε ένα θαύμα της ιερής εικόνας της Παναγίας, που σύμφωνα με την ιερή παράδοση βρέθηκε στον βράχο «Τσούκα». Οι κάτοικοι έχτισαν σε κοντινή απόσταση ένα εκκλησάκι και την τοποθέτησαν εκεί. Η εικόνα όμως πήγε ξανά και στάθηκε στο ίδιο σημείο πάνω στον βράχο. Έτσι, κατά το θέλημα της Παναγίας, το μοναστήρι ανεγέρθηκε σε αυτό το σημείο. Από τη Μονή ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τη μαγευτική θέα στη χαράδρα του Αράχθου ποταμού, ένα τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.
Τζουμέρκα
Τα Αθαμανικά Όρη ή Τζουμέρκα είναι μία από τις μεγαλύτερες οροσειρές της δυτικής Ελλάδας που διαπερνούν τους νομούς Ιωαννίνων και Άρτας. Ο τόπος είναι μοναδικής ομορφιάς και γοητείας, όχι μόνο για τους λάτρεις των βουνών, αλλά για κάθε επισκέπτη. Πετρόκτιστα χωριά, μοναστήρια, ποτάμια, φαράγγια και καταρράκτες συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό.
Συρράκο – Καλαρρύτες
Πανέμορφα βλαχοχώρια, με μοναδικά πέτρινα σπίτια, σκαρφαλωμένα σε δύο βουνοπλαγιές που τα χωρίζει η απόκρημνη χαράδρα του
Καλαρρύτικου ποταμού. Ο επισκέπτης φτάνει σε αυτά μετά από μία εντυπωσιακή διαδρομή που αξίζει να περπατήσει στα πέτρινα καλντερίμια τους και να απολαύσει το μοναδικό τοπίο.
Καλαρρύτικος ποταμός
Ο Καλαρρύτικος ποταμός είναι ένας από τους πιο όμορφους ποταμούς στην Ελλάδα. Πρόκειται για παραπόταμο του Αράχθου, που ξεκινάει από τον Λάκμο (Περιστέρι) και την Καρδίτσα. Είναι ένα ορμητικό ποτάμι που ακολουθεί μία διαδρομή μέσα από άγρια φαράγγια, με καταρράκτες και πέτρινα γεφύρια, πριν εκβάλει στον Άραχθο. Είναι ιδανικός για δραστηριότητες, όπως ράφτιγκ και καγιάκ.
Επίλογος
Τον 19ο αιώνα το μοναστήρι της Κηπίνας εγκαταλείφθηκε. Από το 1931 είναι μετόχι της Ιεράς Μονής Τσούκας και ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Ιωαννίνων. Τα τελευταία χρόνια ανακαινίστηκε και μπορούν να την επισκεφτούν προσκυνητές. Συμπερασματικά, η θέση, η μορφή, το σπήλαιο, η ιστορία και ο περιβάλλοντας χώρος, καθιστούν την Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κηπίνας ξεχωριστή για τον προσκυνητή, τον απλό επισκέπτη, τον ειδικό ερευνητή, τον σπηλαιολόγο και τον φυσιολάτρη. Κυρίως όμως για όσους αισθάνονται την ανάγκη να βρεθούν κυριολεκτικά και μεταφορικά μεταξύ ουρανού και γης.